Μετάφραση κειμένου: LesbianPortal
Συγκεκριμένα, ένα κράτος μέλος πρέπει να αναγνωρίσει την καταγωγή ενός παιδιού στο πλαίσιο των δικαιωμάτων που παρέχει το δίκαιο της ΕΕ στους πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σε αντίθετη περίπτωση μπορεί να επικαλεστεί την εθνική ταυτότητα και την αντίληψη περί παραδοσιακής οικογένειας προκειμένου να αρνηθεί την αναγνώριση αυτής της γονικής σχέσης με σκοπό τη σύνταξη πιστοποιητικού γέννησης σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία
Η διαφορά αφορά ένα παντρεμένο ζευγάρι γυναικών, μία εκ των οποίων, η V.M.A., είναι υπήκοος Βουλγαρίας, ενώ η σύζυγος της υπήκοος του Ηνωμένου Βασιλείου. Απέκτησαν ένα παιδί στην Ισπανία, το κράτος μέλος στο οποίο καοτικούσαν. Στο πιστοποιητικό γέννησης που εκδίδουν οι ισπανικές αρχές, οι δύο γυναίκες χαρακτηρίζονται ως «μητέρες» του παιδιού.
Η V.M.A. υπέβαλε αίτηση στην αρμόδια βουλγαρική αρχή να εκδώσει πιστοποιητικό γέννησης για την κόρη της, ένα έγγραφο που είναι απαραίτητο για την έκδοση ταυτότητας από την Βουλγαρία, στην οποία αναφέρονταν οι δύο γυναίκες ως γονείς. Ο Δήμος της Σόφιας (Βουλγαρία), ωστόσο, ζήτησε να δηλώσει ποια από τις δύο συζύγους είναι η βιολογική μητέρα, δηλώνοντας ότι το Βουλγαρικό πιστοποιητικό γέννησης εμφανίζει μόνο ένα κουτί για τη «μητέρα» και ένα άλλο για τον «πατέρα» και ότι καθένα από αυτά τα κουτιά μπορεί να περιλαμβάνει μόνο ένα όνομα. Μετά την άρνηση της V.M.A να παρέχει τις ζητούμενες πληροφορίες, η εν λόγω αρχή απέρριψε την αίτηση της.
Η απόρριψη αυτή βασίζεται, σύμφωνα με τον δήμο της Σόφιας, στην απουσία πληροφοριών σχετικά με τη βιολογική μητέρα και στο γεγονός ότι η εγγραφή δύο γυναικών γονέων σε πιστοποιητικό γέννησης είναι αντίθετη με τη δημόσια τάξη της Βουλγαρίας, η οποία δεν επιτρέπει γάμους μεταξύ προσώπων του ίδιου φύλου. Η V.M.A. άσκησε αγωγή κατά της απόφασης αυτής ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου της Πόλης της Σόφιας.
Το Διοικητικό Δικαστήριο της Σόφιας κατ’ ουσίαν ερωτά το στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, κατά πόσο η άρνηση των εθνικών αρχών της Βουλγαρίας να καταχωρίσουν τη γέννηση ενός παιδιού που συνέβη σε άλλο κράτος μέλος και βεβαιώνεται με πιστοποιητικό γέννησης άλλου κράτους μέλους που ορίζει δύο μητέρες αντιβαίνει στο δίκαιο της ΕΕ.
Ως προκαταρκτικό σημείο, η Γενική Εισαγγελέας Juliane Kokott σημειώνει ότι, σε αντίθεση με όσα αναφέρει το εθνικό δικαστήριο, δεν μπορεί να επιβεβαιωθεί με βεβαιότητα ότι το παιδί είναι Βούλγαρος υπήκοος. Ο ισχυρισμός αυτός αμφισβητήθηκε από τη βουλγαρική κυβέρνηση, δεδομένου ότι η βουλγαρική ιθαγένεια αποκτάται αυτόματα από κάθε άτομο που έχει τουλάχιστον έναν Βούλγαρο γονέα, αλλά στην παρούσα περίπτωση δεν είναι γνωστή η ταυτότητα της βιολογικής μητέρας.
Η Γενική Εισαγγελέας δηλώνει ότι, ακόμη και αν το παιδί δεν είναι Βούλγαρος υπήκοος και ως εκ τούτου δεν είναι πολίτης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η κατάσταση εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του δικαίου της ΕΕ. Σε αυτήν την περίπτωση, το ερώτημα παραμένει εάν ένας πολίτης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η V.M.A εν προκειμένω, που έχει ασκήσει το δικαίωμα της ελεύθερης κυκλοφορίας και έχει γίνει η μητέρα ενός παιδιού με τη σύζυγό της σύμφωνα με το δίκαιο άλλου κράτους μέλους, μπορεί να ζητήσει από τη χώρα καταγωγή της να αναγνωρίσει αυτήν την κατάσταση και να εκδώσει πιστοποιητικό γέννησης που θα ορίζει και τις δύο γυναίκες ως γονείς του παιδιού.
Στη συνέχεια, η Γενική Εισαγγελέας Kokott επισημαίνει ότι το δίκαιο της ΕΕ δεν διέπει τους κανόνες που αφορούν τον καθορισμό της αστικής κατάστασης ενός ατόμου και, ειδικότερα, την καταγωγή του. Ωστόσο, τα κράτη μέλη πρέπει να ασκήσουν τις εξουσίες τους επ’ αυτού σύμφωνα με το δίκαιο της ΕΕ. Σημειώνει ότι το δικαίωμα ελεύθερης κυκλοφορίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση περιλαμβάνει το δικαίωμα ενός ατόμου να ζει μια κανονική οικογενειακή ζωή, τόσο στο κράτος μέλος υποδοχής όσο και στο κράτος μέλος προέλευσης. Στην παρούσα υπόθεση, η V.M.A. και η σύζυγός της απέκτησαν έγκυρα το καθεστώς των γονέων του παιδιού σύμφωνα με την ισπανική νομοθεσία και ζουν μια ουσιαστική οικογενειακή ζωή με την κόρη τους στην Ισπανία. Η απουσία αναγνώρισης αυτών των οικογενειακών σχέσεων, ωστόσο, θα δημιουργούσε σοβαρά εμπόδια στην οικογενειακή ζωή στη Βουλγαρία, έως του σημείου να αποτρέψει την V.M.A. από τη δυνατότητα επιστροφής στη χώρα καταγωγής της.
Οι ίδιες εκτιμήσεις ισχύουν για την κατάσταση και του παιδιού, υπό την προϋπόθεση ότι είναι Βουλγαρικής καταγωγής και άρα απολαμβάνει το καθεστώς του πολίτη της ΕΕ. Επιπλέον, σύμφωνα με τη βουλγαρική νομοθεσία, η έκδοση πιστοποιητικού γέννησης είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την έκδοση Βουλγαρικής ταυτότητας: η άρνηση έκδοσής του επομένως θα υπονόμευε την αποτελεσματική άσκηση του δικαιώματος ελεύθερης κυκλοφορίας του παιδιού.
Επομένως, η Γενική Εισαγγελέας είναι της άποψης ότι η άρνηση των βουλγαρικών αρχών να εκδώσουν το πιστοποιητικό γέννησης συνιστά εμπόδιο στα δικαιώματα που παρέχει το δίκαιο της ΕΕ στην V.M.A. αλλά και στο ίδιο το παιδί, εφόσον το παιδί της είναι Βούλγαρος υπήκοος.
Στη συνέχεια, η Γενική Εισαγγελέας αναλύει το κατά πόσο η εθνική ταυτότητα που επικαλείται η Βουλγαρία μπορεί να δικαιολογήσει αυτήν την άρνηση. Σύμφωνα με αυτό το κράτος μέλος, η αρνητική επίπτωση στην εθνική ταυτότητα έγκειται στο γεγονός ότι το απαιτούμενο πιστοποιητικό γέννησης αγνοεί την έννοια της «παραδοσιακής» οικογένειας όπως ορίζεται από το βουλγαρικό Σύνταγμα, το οποίο, κατά την άποψη του εν λόγω κράτους μέλους, σημαίνει ότι αναγκαστικά ένα παιδί μπορεί να έχει μόνο μία μητέρα (ή πατέρα). Η Γενική Εισαγγελέας θεωρεί ότι το οικογενειακό δίκαιο είναι η έκφραση της αυτο-εικόνας ενός κράτους τόσο σε πολιτικό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο. Ο ορισμός των οικογενειακών σχέσεων επομένως στο πλαίσιο του εθνικού οικογενειακού δικαίου μπορεί να αποτελέσει μέρος της θεμελιώδους έκφρασης της εθνικής ταυτότητας ενός κράτους μέλους. Αυτό σημαίνει ότι περιορίζεται η δικαιοδοσία του Δικαστηρίου λόγω ουσιαστικών αρμοδιοτήτων που διατηρούν τα κράτη μέλη. Κατά συνέπεια, στο βαθμό που αμφισβητείται επί της ουσίας η εθνική ταυτότητα, δεν μπορεί να υπόκειται σε έλεγχο [του Δικαστηρίου] ως προς την αναλογικότητα της.
Ωστόσο, σύμφωνα με την Γενική Εισαγγελέα, η υποχρέωση αναγνώρισης των οικογενειακών σχέσεων που έχουν δημιουργηθεί στην Ισπανία με μοναδικό σκοπό την εφαρμογή του παράγωγου δικαίου της ΕΕ σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των πολιτών δεν μεταβάλλει την έννοια της γονικής μέριμνας ή του γάμου σύμφωνα με το βουλγαρικό οικογενειακό δίκαιο, ούτε οδηγεί στην εισαγωγή νέων εννοιών. Κατά συνέπεια, μια τέτοια υποχρέωση δεν απειλεί τη θεμελιώδη έκφραση της εθνικής ταυτότητας, ενώ παράλληλα αφαιρεί έναν σημαντικό αριθμό εμποδίων στην ελεύθερη κυκλοφορία, όπως οι αβεβαιότητες που περιβάλλουν το δικαίωμα διαμονής της Βρετανίδας μητέρας του παιδιού ή τη δυνατότητα της εν λόγω μητέρας να κινηθεί ελεύθερα με το παιδί. Λαμβάνοντας υπόψη τον περιορισμένο αντίκτυπο αυτής της υποχρέωσης στη βουλγαρική έννομη τάξη, η άρνηση αναγνώρισης της καταγωγής του παιδιού με αναφορά στην V.M.A. και τη σύζυγό της υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για τη διατήρηση των στόχων που επικαλείται η Βουλγαρία.
Η Βουλγαρία μπορεί επομένως να μην αρνηθεί να αναγνωρίσει την καταγωγή του παιδιού, στο πλαίσιο εφαρμογής και του παράγωγου δικαίου της ΕΕ σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των πολιτών, με την αιτιολογία ότι το βουλγαρικό δίκαιο δεν προβλέπει ούτε τη θέσπιση γάμου του ίδιου φύλου ούτε τη μητρότητα της [ομόφυλης] συζύγου της βιολογικής μητέρας ενός παιδιού. Εάν δε το παιδί είναι Βούλγαρος υπήκοος, η Βουλγαρία πρέπει να της εκδώσει ταυτότητα ή ένα ταξιδιωτικό έγγραφο που θα αναγράφει την V.M.A. και τη σύζυγό της ως γονείς, προκειμένου να επιτρέψει στο παιδί να ταξιδέψει με κάθε μία από τους γονείς της ξεχωριστά.
Αντίθετα, η Βουλγαρία μπορεί, επικαλούμενη θέματα εθνικής ταυτότητας, να δικαιολογήσει την άρνηση αναγνώρισης της καταγωγής του παιδιού, όπως ορίζεται στο ισπανικό πιστοποιητικό γέννησης, με σκοπό τη σύνταξη πιστοποιητικού γέννησης που θα καθορίζει την καταγωγή του παιδιού αυτού κατά την έννοια του εθνικού της οικογενειακού δίκαιου.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
- Η γνώμη του γενικού εισαγγελέα δεν είναι δεσμευτική για το Δικαστήριο. Είναι καθήκον των γενικών εισαγγελέων να προτείνουν στο Δικαστήριο, με απόλυτη ανεξαρτησία, νομική λύση στις υποθέσεις για τις οποίες έχουν αρμοδιότητα. Οι δικαστές του Δικαστηρίου ξεκινούν τώρα τις συζητήσεις τους για την συγκεκριμένη υπόθεση. Η απόφαση θα εκδοθεί σε μεταγενέστερο στάδιο.
- Η αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως επιτρέπει στα δικαστήρια των κρατών μελών, για υποθέσεις που εκδικάζουν, να υποβάλουν ερωτήσεις στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων σχετικά με την ερμηνεία του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή την εγκυρότητα μιας πράξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Εναπόκειται στο εθνικό δικαστήριο να επιλύσει τη διαφορά σύμφωνα με την απόφαση του Δικαστηρίου, η οποία δεσμεύει, ομοίως, άλλα εθνικά δικαστήρια ενώπιον των οποίων ανακύπτει παρόμοιο ζήτημα.
Όλη τη γνώμη της Γενικής Εισαγγελέως μπορείτε να την διαβάσετε εδώ.
Πηγή: Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων
Σχετικά άρθρα:
Το πρώτο ζευγάρι λεσβιών στην Ιρλανδία που αναγνωρίζεται ως από κοινού γονείς παιδιών