Σύνταξη κειμένου: LesbianPortal
Στη φετινή ετήσια έκθεση καταγραφής περιστατικών ρατσιστικής βίας (2019) του RVRN – Δίκτυο Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας, που δόθηκε στη δημοσιότητα την Τρίτη 16 Ιουνίου 2020, τα ακόλουθα συμπεράσματα περιγράφουν συνοπτικά την ποσοτική και ποιοτική εικόνα της ρατσιστικής βίας στην Ελλάδα κατά το 2019:
1. Το Δίκτυο συνεχίζει να καταγράφει επιθέσεις που παρουσιάζουν στοιχεία οργάνωσης ή τελούνται από οργανωμένες ομάδες και διαπιστώνει αυξητική τάση σε ό,τι αφορά τα περιστατικά με δράστες μεμονωμένα άτομα (γείτονες, ιδιοκτήτες ακινήτων στις οικίες που διαμένουν πρόσφυγες, υπάλληλοι ΜΜΜ κλπ.)
2. Το Δίκτυο κατέγραψε περιστατικά εις βάρος Ελλήνων πολιτών λόγω της εθνοτικής τους καταγωγής αλλά και βίαιες επιθέσεις σε μνημεία ή λατρευτικούς χώρους Ελλήνων πολιτών διαφορετικής θρησκευτικής ταυτότητας. Μάλιστα, στο εν λόγω πλαίσιο, ενώ φαίνεται να μειώθηκαν οι αντισημιτικές επιθέσεις σε σχέση με το 2018 (2 περιστατικά για το 2019, 9 περιστατικά για το 2018), μέσα από περιστατικό που καταγράφθηκε σε μουσουλμανικό νεκροταφείο αναδεικνύεται το αντι-ισλαμικό κίνητρο της συγκεκριμένης επίθεσης.
3. Οι καταγραφές επιθέσεων κατά ατόμων ΛΟΑΤΚΙ παρουσιάζουν αύξηση σε σχέση με το 2018, γεγονός που ενισχύει τον προβληματισμό του Δικτύου για το ότι η ομοφοβία και η τρανσοφοβία παραμένουν ευρέως διαδεδομένες.
4. Σταθερά υψηλά είναι τα καταγεγραμμένα περιστατικά με την εμπλοκή ένστολων και δημόσιων λειτουργών. Τα εν λόγω περιστατικά ενισχύουν τον θεσμικό ρατσισμό, αποκλείουν ή καθυστερούν τα θύματα από την πρόσβαση σε αγαθά και υπηρεσίες που δικαιούνται, ενώ στην χείριστη έκφανσή τους συμβάλλουν στη δημιουργία κλίματος ανασφάλειας και εκφοβισμού.
5. Ανησυχητικές παραμένουν οι επιθέσεις σε βάρος των υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Η απουσία πλαισίου προστασίας τους εντείνει την ανησυχία του Δικτύου.
Εκτός από τους συντονιστές, την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες και την Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, στο Δίκτυο συμμετέχουν 47 Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις και φορείς της κοινωνίας των πολιτών, καθώς και ως παρατηρητές, ο Συνήγορος του Πολίτη και το Συμβούλιο Ένταξης Μεταναστών του Δήμου Αθηναίων. Οι φορείς που συμμετέχουν στο Δίκτυο, «καταγράφουν περιστατικά που συντελούνται σε βάρος προσώπων τα οποία προσέρχονται στις υπηρεσίες τους. Ωστόσο, μια διαχρονική διαπίστωση του Δικτύου είναι ο δισταγμός πολλών θυμάτων να καταγγείλουν τα περιστατικά εις βάρος τους. Με βάση τα ποιοτικά στοιχεία που αναδεικνύονται από τις εκθέσεις του Δικτύου, τα θύματα ρατσιστικής βίας συχνά θεωρούν ότι οι Αρχές δεν μπορούν ή δεν θέλουν να ερευνήσουν τέτοιου είδους περιστατικά, ενώ παράλληλα εντοπίζεται η ανασφάλεια των θυμάτων ότι η συναναστροφή με τις Αρχές θα μπορούσε να οδηγήσει σε εκ νέου έκθεσή τους σε ρατσιστική συμπεριφορά. Η συγκεκριμένη αντίληψη φαίνεται να επιδρά καταλυτικά στη λήψη απόφασης από τα θύματα προκειμένου να προβούν στη γνωστοποίηση του περιστατικού, έστω και σε ένα φορέα της κοινωνίας των πολιτών. Ουσιαστικά το αίσθημα φόβου ότι η ήδη τραυματική εμπειρία που βίωσαν θα μπορούσε να οδηγήσει σε νέες συνθήκες φόβου και ανασφάλειας, οδηγεί τα θύματα στη σιωπή. Για το λόγο αυτό θεωρείται σημαντική η πλαισίωση του θύματος, όταν προβαίνει στη γνωστοποίηση και καταγραφή του περιστατικού».
Στη διαδικτυακή συζήτηση για την παρουσίαση της έκθεσης αυτής συμμετείχαν η Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, ως συντονιστές του Δικτύου, καθώς και εκπρόσωποι οργανώσεων που αποτελούν μέλη του Δικτύου: Άρσις-Κοινωνική Οργάνωση Υποστήριξης Νέων, Colour Youth – Κοινότητα LGBTQ Νέων Αθήνας, Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες, Ελληνικό Φόρουμ Μεταναστών, HIAS Ελλάδας, HumanRights360, PRAKSIS, Σωματείο Υποστήριξης Διεμφυλικών, Υποστήριξη Προσφύγων στο Αιγαίο (RSA). Παρέμβαση έκανε επίσης ο δικηγόρος και μέλος της Πολιτικής Αγωγής στη δίκη της Χρυσής Αυγής, Θανάσης Καμπαγιάννης. Οι θεματικές της διαδικτυακής αυτής συζήτησης ήταν:
Α. Η ρητορική μίσους στη δημόσια σφαίρα, ως προπομπός της ρατσιστικής βίας, και οι συνέπειες της στην κοινωνική συνοχή.
Β. Ο ρατσισμός της καθημερινότητας, πως επηρεάζει τη ζωή των θυμάτων και δη εν μέσω πανδημίας.
Γ. Επιθέσεις κατά προσφύγων και εργαζομένων σε ανθρωπιστικές οργανώσεις: μια προαναγγελθείσα πραγματικότητα που απειλεί την κοινωνική ειρήνη.
Δ. Νομικές εξελίξεις στο ρατσιστικό έγκλημα, σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο.
Η Μαρία Γαβουνέλη πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΕΔΑ), έκανε λόγο για έλλειψη εθνικού στρατηγικού σχεδίου κατά του ρατσισμού και της μισαλλοδοξίας συνηγορούμενη από τον δικηγόρο και μέλος της Πολιτικής Αγωγής στη δίκη της Χρυσής Αυγής, Θανάση Καμπαγιάννη που δήλωσε ότι: «θέλουμε από την πολιτεία πράξεις και όχι λόγια». Ο Phillipe Leclerc, εκπρόσωπος του Ύπατου Αρμοστή του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες στην Ελλάδα, εξέφρασε έντονη ανησυχία για τη συνεχιζόμενη καραντίνα λόγω Covid-19 -που υφίσταται ο προσφυγικός πληθυσμός σε αντίθεση με τον γενικό πληθυσμό- και κατά πόσο αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε ρατσιστικές συμπεριφορές και αισθήματα των γηγενών έναντι των προσφύγων. Η Ελένη Τάκου, αναπληρώτρια Δ/ντρια της HumanRights360, μίλησε για «θεσμική αμεριμνησία των διωκτικών αρχών και άρνηση διερεύνησης του ρατσιστικού εγκλήματος εκ μέρους τους σε πολλές περιπτώσεις», τονίζοντας ότι οι καταδίκες σε ευρωπαϊκό επίπεδο αναδεικνύουν τις συστημικές ελλείψεις και είναι σημαντικές όχι μόνο ως περιπτώσεις αλλά γιατί στόχο έχουν να ακυρώσουν το μήνυμα του θύτη για ανοχή στο ρατσιστικό έγκλημα.
Η Μαρίνα Γαλανού, πρόεδρος του Σωματείου Υποστήριξη Διεμφυλικών (ΣΥΔ) στο γραπτό μήνυμά της τόνισε ότι μεγάλο ποσοστό των θυμάτων το 2019 είναι ΛΟΑΤΚΙ άτομα με το ¼ να αφορά αποκλειστικά θύματα ταυτότητας φύλου και επέμεινε στην θεσμοποιημένη (ως φαίνεται) μορφή του ρατσισμού στην ελληνική πραγματικότητα, κάτι που ο Γιάννης Ιωαννίδης, αντιπρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, θα ήθελε να το εξετάσουμε και ως πιθανό αποτέλεσμα του πρόσφατου θεσμικού πλαισίου που επιτρέπει στα ΛΟΑΤΚΙ άτομα να αισθανθούν πλέον πιο ασφαλή και να καταγγείλουν περιστατικά ρατσιστικής βίας, ενώ η Χριστιάνα Γενατά, εκπρόσωπος της Colour Youth – Κοινότητα LGBTQ Νέων Αθήνας, επικεντρώθηκε στα προβλήματα που αντιμετώπισαν νεότερα άτομα της κοινότητας εντός του οικογενειακού περιβάλλοντος κατά το διάστημα της καραντίνας, και που θα αποτελέσει πιθανότατα νέο στοιχείο στην επόμενη έκθεση.
Τέλος, οι συμμετέχοντες ανέδειξαν ότι το 2019 παρατηρείται μία αυξανόμενη τάση στοχοποίησης των ανθρωπιστικών οργανώσεων και γενικά των φορέων της κοινωνίας των πολιτών, λόγω της σύνδεσής τους με την προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Το έλλειμμα ειδικής προστασίας των υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, το οποίο το Δίκτυο ήδη έχει επισημάνει στις προηγούμενες ετήσιες εκθέσεις του, επιδεινώνει τις συνθήκες μέσα στις οποίες οι οργανώσεις καλούνται να λειτουργήσουν.
Πηγές: RVRN – Δίκτυο Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας