Σύνταξη κειμένου: lesbianportal
Η πανδημία Covid-19 ανέδειξε, καταρχήν, την αναγκαιότητα ύπαρξης ισχυρών δημόσιων συστημάτων υγείας με επαρκή στελέχωση και καταρτισμένο υγειονομικό προσωπικό καθώς και επενδύσεων για κατάλληλο εξοπλισμό προφύλαξης τους. Χαρακτηριστικότερο ίσως παράδειγμα στη συζήτηση αυτή αποτελεί η περίπτωση της Γαλλίας, όπου το 2007, μετά από πρόταση του γερουσιαστή Francis Giraud, η Γαλλία αποφάσισε να δημιουργήσει μια πλήρη δομή αντιμετώπισης επιδημιών. Αιτία, η πρόσφατη τότε γρίπη των πτηνών του 2006. Ο νόμος που ψηφίστηκε είχε το προφητικό όνομα: “Loi relative à la préparation du système de santé à des menaces sanitaires de grande ampleur” (Νόμος για την προετοιμασία του συστήματος υγείας έναντι απειλών μεγάλης εμβέλειας). Η δομή δημιουργήθηκε και περιελάμβανε τα πάντα: αποθέματα εμβολίων και φαρμάκων, 2.100 αναπνευστήρες, 11.000 ειδικές στολές προστασίας 285 εκ. μάσκες FFP2, ειδικευμένα εργαστήρια stand by κ.λπ. Ακολούθησε οξύτατη πολιτική διαμάχη για την σκοπιμότητα και το μέγεθος της δομής, καθώς και αρνητικές αποφάσεις του γαλλικού ελεγκτικού συνεδρίου για τις προμήθειες υλικού, με αποτέλεσμα προοδευτικά τα αποθέματα να μειωθούν, οι παρτίδες που έληγαν να μην ανανεωθούν και τελικά η δομή να καταργηθεί δια απορροφήσεως από άλλο δημόσιο φορέα το 2016. Έτσι, ενώ η Γαλλία ήταν πανέτοιμη το 2012 (π.χ. με 1,4 δις μάσκες), το 2020 βρέθηκε σε κατάσταση πανικού (με μόλις 140 εκ. μάσκες απόθεμα). Όπως ήταν αναμενόμενο η πανδημία επανέφερε στο προσκήνιο την γρήγορη και αποτελεσματική ενίσχυση και του κατασυκοφαντημένου (ιδεολογικά) & ταλαιπωρημένου (λόγω μνημονίων) δημόσιου Εθνικού Συστήματος Υγείας (ΕΣΥ) της Ελλάδας.
Πέρα όμως από αυτήν την -αναμενόμενη εν πολλοίς- συζήτηση, η πανδημία του Covid-19 έδωσε νέα δυναμική σε μια παράλληλη, άμεσα συνδεδεμένη, παγκόσμιας εμβέλειας διεκδίκηση. Αυτή της πρόσβασης σε φάρμακο με προσιτή τιμή, την αναγκαιότητα κατάργησης της 20ετούς πατέντας των φαρμακοβιομηχανιών και της αντικατάστασής της με άλλες μορφές αποζημίωσης αλλά και των αναγκαίων, νέας μορφής, δημόσιων επενδύσεων σε έρευνα και ανάπτυξη φαρμάκων, εμβολίων και ιατρικού εξοπλισμού.
Στο πλαίσιο αυτής της επίκαιρης παρά ποτέ διεκδίκησης, την Τετάρτη 6 Μαΐου 2020 διεξήχθη η ενημερωτική διαδικτυακή συζήτηση: «Φάρμακα, εμβόλια, τεστ στην εποχή του covid19. Προς αλλαγή μοντέλου στην έρευνα & ανάπτυξη» που διοργάνωσε το «Ινστιτούτο Νίκος Πουλαντζάς». Στο πάνελ οι ομιλητές προέρχονταν από τον πολιτικό χώρο του ΣΥΡΙΖΑ με τον Ανδρέα Ξανθό (γιατρός, πρώην Υπουργός Υγείας), τον ακαδημαϊκό με τον Γιώργο Παπανικολάου (γιατρός, επίκουρος καθηγητής στο Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο) και την Κοινωνία των Πολιτών με την Μαριανέλλα Κλώκα (Διεκδίκηση Δικαιωμάτων στην οργάνωση Praksis). Τη συζήτηση συντόνιζε ο Δημήτρης Τερζής (δημοσιογράφος στην Εφημερίδα των Συντακτών).
Ο κ. Ξανθός επέμεινε στη σημαντικότητα των δημόσιων αγαθών προαγωγής υγείας, ιδίως τους δύσκολους καιρούς που διανύουμε με την πανδημία Covid-19. Κατά την ομιλία του μίλησε με θετικό πρόσημο για τις δράσεις της ομάδας του κ. Τσιόδρα τονίζοντας ότι δε θα μπορούσαμε να αποφύγουμε τα περιοριστικά μέτρα. Επισήμανε το πρόβλημα διαθεσιμότητας των ανιχνευτικών τεστ που υπήρχε κατά το αρχικό στάδιο της εμφάνισης της πανδημίας στην Ελλάδα αλλά κατέκρινε την ελληνική κυβέρνηση που δεν επένδυσε στην αυξημένη παραγωγική ικανότητα που έχουν τα Εργαστήρια, αφού έδρασε έτσι ώστε να ενισχυθεί ο ιδιωτικός τομέας, με την κοστολόγηση των τεστ και τη μη αποζημίωση από τον ΕΟΠΥΥ να δημιουργούν σοβαρό κίνδυνο στο δικαίωμα της δωρεάν υγείας που έχει κάθε πολίτης.
Αναγνώρισε ότι οι Κυβερνήσεις δέχονται ισχυρή πίεση από τις εταιρείες και του μετόχους και ανέδειξε την ανάγκη να υπάρξει ισχυρή πολιτική βούληση αναφερόμενος εκτενώς στις παρελθούσες πρωτοβουλίες σε ευρωπαϊκό πλαίσιο (π.χ. BENELUXAI και συμφωνία της Βαλέτας ) ενώ κατέδειξε την ανάγκη να δεσμευτεί ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) και οι Κυβερνήσεις σε αποτελεσματικές νομοθετικές πρωτοβουλίες για κατάργηση της «πατέντας».
Ο κ. Παπανικολάου έθεσε επί τάπητος το ζήτημα για «Ανοιχτή Επιστήμη», κάτι που η πανδημία Covid-19 μας έκανε να συνειδητοποιήσουμε συλλογικά ότι είναι απαραίτητο να υπάρχει στην εποχή μας για την προάσπιση της δημόσιας υγείας. Εν μέσω πανδημίας αναδείχθηκε η αναγκαιότητα υπεράσπισης της δίκαιης πρόσβασης όλων των ανθρώπων στην απαραίτητη φαρμακευτική περίθαλψη, κάτι που για να επιτευχθεί απαιτεί τη δημόσια φαρμακευτική έρευνα και τη δημόσια διάθεση των προϊόντων. Τόνισε ότι μέσω της «ανοιχτής επιστήμης» υπάρχει ελεύθερη παροχή, προσιτότητα και διαθεσιμότητα των δεδομένων που προκύπτουν από τις έρευνες. Ανέφερε ότι μόνο το 10% που δίνουμε στις δαπάνες για Έρευνα & Ανάπτυξη φθάνει τελικά στην έρευνα-καινοτομία, με τα υπόλοιπα χρήματα των προϋπολογισμών να ξοδεύονται σε διαφημιστικές καμπάνιες ή σε έρευνα για φάρμακα τα οποία δεν είναι καινοτόμα, αλλά έχουν ως κύρια μέριμνα την αύξηση των κερδών των εταιριών, γεγονός που δεν προάγει τη δημόσια υγεία. Ανάμεσα σε όλα, υπογράμμισε ότι μόνο το 20-25% των παραγόμενων φαρμάκων αποτελούν πραγματική καινοτομία. Ως λύση στα παραπάνω προβλήματα, πρότεινε το «Delinkage», στο οποίο ειδικά ταμεία δίνουν προκαταβολικά το ποσό (το 10%) που απαιτείται εξολοκλήρου για έρευνα, αποσυνδέοντας τις τιμές από όλα τα άλλα (π.χ. διαφημιστική καμπάνια) ενώ για να καλυφθούν τα συμφέροντα των επιχειρηματιών πρότεινε την επιβράβευση των εταιριών με φοροαπαλλαγές και χρηματικά έπαθλα.
Επισήμαινε την πρωτοβουλία “DNDi” , στην οποία δε συμμετέχουν μέτοχοι αλλά Ινστιτούτα διάφορων χωρών με σχετική αυτονομία. Τα Ινστιτούτα αυτά ξεκινάνε από την αρχή του προγράμματος με προκαθορισμένους στόχους. Στο πεδίο τους βρίσκεται η έρευνα και ανάπτυξη φαρμάκων για την καταπολέμηση «παραμελημένων» νοσημάτων και ακολουθείται μια οικονομικά αποδοτική μεθοδολογία με μελέτη 3 φάσεων. Στην πρώτη φάση μελετώνται οι παράγοντες της νόσου, έπειτα γίνεται διαλογή αποτελεσμάτων και στη συνέχεια ξεκινούν οι κλινικές μελέτες. Σαν παράδειγμα ανέφερε την Ινδική κυβέρνηση που εφάρμοσε ένα παρόμοιο πρόγραμμα το “osdd” και επί της ουσίας πρόκειται για μια ιδιοκτησία δημόσιου συμφέροντος, το πεδίο της οποίας αφορά την έρευνα και ανάπτυξη φαρμάκου για την καταπολέμηση της ελονοσίας. Ο κ. Παπανικολάου υπογράμμισε ότι πριν την όποια κρατική χρηματοδότηση θα πρέπει να θέτονται κατάλληλοι όροι σχετικά με την ιδιοκτησία του παραγόμενου προϊόντος και με την τιμή, να συζητούνται τα προβλήματα διάχυσης τεχνογνωσίας που θα φέρει η μαζική παραγωγή, η αξία ύπαρξης διαφάνειας καθώς και να εξασφαλίζεται ότι ή δεν θα υπάρχει πατέντα αλλά ενός είδους αποζημίωση ή, αν υπάρχει, θα ανήκει σε φορέα που θα προτεραιοποιεί το δημόσιο συμφέρον . Σημαντική ήταν η αναφορά του στη δημιουργία ενός νέου οικοσυστήματος για τις φαρμακοβιομηχανίες, στο οποίο θα υπάρχει ξεχωριστή ροή, έτσι ώστε ό,τι δαπανάται για την έρευνα να είναι με βάση τις πραγματικές ανάγκες. Στο νέο αυτό περιβάλλον, για κάθε εγχείρημα θα υπάρχει υψηλή εξειδίκευση απαραιτήτως, ενώ θα δίνεται και χώρος στην επιστημονική κοινότητα. Οι επιστήμονες θα μπορούν να κάνουν τις κατάλληλες ερωτήσεις, οι απαντήσεις των οποίων θα προάγουν τη δημόσια υγεία και θα κατευθύνουν κατάλληλα τις έρευνες.
Τέλος, στην ερώτηση για την πρόληψη του δεύτερου κύματος κορονοϊού, το οποίο μάλιστα θα συνδυαστεί πιθανά και με λοίμωξη από τον ιό της γρίπης, υπογράμμισε ότι οι μάχες δίνονται στο επίπεδο της πρωτοβάθμιας φροντίδας, το οποίο και πρέπει να ενισχυθεί με δράσεις αποκέντρωσης. Σχετικά με τις ιχνηλατήσεις είπε πως δεν είναι σωστό να επιτηρούμε τους πολίτες, αλλά να τους ενισχύουμε και να προστατεύουμε τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Η κ. Κλώκα αναφέρθηκε εν τάχει στο ιστορικό της συγκεκριμένης διεκδίκησης στον ελλαδικό χώρο μέσω της ένταξης της οργάνωσης Praksis αρχικά, το 2014, στην «Ευρωπαϊκή συμμαχία για την Υπεύθυνη έρευνα & ανάπτυξη και τα προσιτά φάρμακα» και της εκστρατείας PraksisAccess , το 2016, στην οποία εντάχθηκαν πολλές ακόμη οργανώσεις της Κοινωνίας των Πολιτών (ΚτΠ) στη συνέχεια. Τόνισε την ανάγκη να αναπτυχθεί περαιτέρω η συζήτηση αυτή στον δημόσιο διάλογο, όχι μόνο μεταξύ των πολιτών και των πολιτικών ινστιτούτων αλλά και στην πολιτική ατζέντα των κομμάτων και των κυβερνήσεων χαιρετίζοντας την ευρωπαϊκή πρωτοβουλία για τηλεμαραθώνιο συγκέντρωσης χρημάτων που θα διατεθούν στην αντιμετώπιση της Covid-19.
Επέστησε όμως την προσοχή στα αιτήματα της ΚτΠ για την εκπόνηση ενός συμφωνημένου «οδικού χάρτη» αφού μια πανδημία χρειάζεται έναν υπεύθυνο παγκόσμιο μηχανισμό συντονισμού, με ισχυρές ρήτρες πρόσβασης και προσιτότητας προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι τεχνολογίες υγείας τιμολογούνται δίκαια και προσιτά στους πληρωτές υγειονομικής περίθαλψης και να είναι δωρεάν προσβάσιμες στο κοινό σε όλα τα κράτη.
Η κ. Κλώκα επεσήμανε επίσης ότι τα καινοτόμα φάρμακα καταλήγουν να είναι ακριβά και για λίγους. Τα ερευνητικά δεδομένα των κλινικών δοκιμών δεν είναι ανοιχτά με αποτέλεσμα οι επιτυχίες ή τα λάθη που γίνονται να μην αξιοποιούνται από άλλες κλινικές μελέτες και τελικά να μην κερδίζουμε συνολικά ως ανθρωπότητα σε γνώση και ταχύτητα στην αντιμετώπιση των ασθενειών. Κατανοώντας ότι οι φαρμακοβιομηχανίες δεν είναι φιλανθρωπικοί οργανισμοί, υποστήριξε ότι μπορούν να έχουν οριοθετημένο ρόλο στην αλυσίδα έρευνας και ανάπτυξης του φαρμάκου που και να τους μειώνει το ρίσκο αλλά και να μην κερδίζουν από την υγεία με όρους χρηματιστηρίου. Παρότρυνε δε το ακροατήριο να αφιερώσει 25΄ του χρόνου του για το ελληνικό ντοκιμαντέρ μικρού μήκους της εκστρατείας praksisaccess: «Κλινικές Μελέτες: ένας άλλος διάλογος»
Σύμφωνα με την ίδια, στο δεύτερο κύμα κορονοϊού που έρχεται το φθινόπωρο/χειμώνα θα πρέπει να δράσουμε με γρήγορες κινήσεις -όλοι μαζί με τους ίδιους στόχους- για να μετριασθεί η όποια ζημία αφού όπως είπε χαρακτηριστικά: «Η έως τώρα εμπειρία και οι εγγραφές μας από την πανδημία, μας κόστισαν την όποια ανεμελιά και ξενοιασιά είχε απομείνει. Σε αυτή τη βίαιη ενηλικίωση, μάλλον πρέπει να επιδείξουμε περισσότερη κοινή λογική και εξυπνάδα: έχοντας ως βασική προτεραιότητα το δημόσιο συμφέρον, και προσφέροντας ήδη δημόσια χρηματοδότηση ποικιλοτρόπως, να ανταμείψουμε και την ιδιωτική πρωτοβουλία που υπηρετεί την καινοτομία, αλλά όχι με όρους χρηματιστηρίου. Να οριοθετήσουμε μια θέση στον ιδιωτικό τομέα στην παγκόσμια μάχη απέναντι στις προκλήσεις υγείας, που να του παρέχει κίνητρα, να μπορεί να μειώνει το επενδυτικό ρίσκο αλλά και να διέπεται από διαφάνεια σε όλα τα επίπεδα. Ως κοινωνία των πολιτών, έχουμε ευθύνη να μην το αφήσουμε αυτό μόνο στα χέρια των ειδικών, αλλά να επιμείνουμε μέχρι να συμβεί.»
Ολόκληρη τη συζήτηση του «Ινστιτούτου Νίκου Πουλαντζά» μπορείτε να την παρακολουθήσετε ΕΔΩ
Πηγές: