Σύνταξη Κειμένου: Κωστής Παπαϊωάννου
Η έκδοση της αγόρευσης του Θανάση Καμπαγιάννη, συνηγόρου πολιτικής αγωγής στη δίκη της Χρυσής Αυγής όπου εκπροσώπησε τους Αιγύπτιους αλιεργάτες, από τους Αντίποδες αποτελεί σημαντικό γεγονός. «Με τις μέλισσες ή με τους λύκους»: το βιβλίο, καλαίσθητο και φροντισμένο, δείχνει κατ’ αρχάς γρήγορα αντανακλαστικά και εργώδη προσπάθεια μέσα σε λίγες μέρες από την πλευρά του εκδότη που επιβεβαιώνει το διακριτό στίγμα που αφήνει τα τελευταία χρόνια στον χώρο του βιβλίου. Αναδεικνύει όμως κυρίως την πολλαπλή λειτουργία του ίδιου του κειμένου. Την πολλαπλή λειτουργία του ίδιου του λόγου. Τη λυτρωτική λειτουργία του λόγου.
Το κείμενο του Καμπαγιάννη είναι πολύ σημαντικό γιατί συγκροτεί μια συνολική τοποθέτηση απέναντι στο νεοναζιστικό συνδικάτο του εγκλήματος. Και απέναντι στο νεοναζιστικό φαινόμενο γενικά. Καθίσταται μάλιστα ακόμα πιο πολύτιμο τούτες τις μέρες που ζούμε μια αναζωπύρωση του εθνικισμού, της ακροδεξιάς ρητορικής και της μισαλλόδοξης βίας. Επιχειρώ μια σύντομη περιδιάβαση στη ροή και στη διάρθρωσή του.
Στην εισαγωγή αναφέρεται στην πορεία της 5ετούς δίκης και σε όσα προηγήθηκαν: οι θεωρίες των μεμονωμένων περιστατικών, η ασυλία που απολάμβανε η οργάνωση, οι ισχυρότατες ενδείξεις για υπόγεια διασύνδεση με κομμάτια του κρατικού μηχανισμού. Αναφέρεται επίσης στην εισαγγελική πρόταση και στη φράση κλειδί της εισαγγελέως: «μεμονωμένα περιστατικά που τελέστηκαν από μέλη της Χρυσής Αυγής για τα οποία ουδεμία ευθύνη φέρει η ηγεσία της». Αλλά και συνολικά στην εισαγγελική πρόταση που «όχι μόνο δεν διαφώτισε, αλλά ενεργητικά συσκότισε και διέστρεψε το αποδεικτικό υλικό». Η πρόταση αυτή αποδομείται με τρόπο αριστοτεχνικό.
Το Β κεφάλαιο αφορά στις ιδεολογικές αφετηρίες, το γνωστό ζήτημα του καταστατικού, τον καθαρό εθνικοσοσιαλιστικό χαρακτήρα της ΧΑ.
Το Γ μέρος κοιτάει τη βία, τα τάγματα εφόδου και τις ομάδες κρούσης. Είναι ένα χρονικό της βίας με έμφαση στις δυο υποθέσεις κλειδιά, την επίθεση στον Κουσουρή και στην Αντίπνοια. Είναι οι επιθέσεις που δένουν την κατηγορία της εγκληματικής οργάνωσης τουλάχιστον από το 2008.
Στο Δ μέρος υπάρχει εστίαση στο διάστημα 2008-2012 όταν στόχος γίνονται οι μετανάστες. Και βέβαια, περιλαμβάνεται αναλυτική καταγραφή των συμβάντων στο Πέραμα με την επίθεση στους Αιγύπτιους ψαράδες. Στέκομαι σε μια λεπτομέρεια, στο πώς αστυνομικοί κάλυψαν και υποστήριξαν τους δράστες, στο πώς μια αστυνομικός εμμένοντας στα καθήκοντά της βοήθησε να διαλευκανθεί η υπόθεση. «Στο μεταξύ η ΕΛΑΣ εκδίδει δελτίο τύπου όπου δεν αναφέρεται η Χρυσή Αυγή, και το Βήμα, επικαλούμενο πληροφορίες, λέει ότι δεν προκύπτει από τα έως τώρα στοιχεία σχέση τους με ακροδεξιά οργάνωση. Όλα αυτά πέντε μέρες πριν από τις εκλογές της 17.6.2012: όλο το Πέραμα ξέρει ότι χτύπησε ο «μπαλονάς» που είναι Χρυσαυγίτης, αλλά στα δελτία τύπου και στις πληροφορίες δεν προκύπτει σχέση. Έτσι γίνονταν αυτές οι δουλειές το 2012, κυρία πρόεδρε. Και έτσι φτάσαμε στη δολοφονία του Παύλου Φύσσα».
Στο Ε μέρος γίνεται αναλυτική αναφορά στην έννοια του μέλους και στις ομάδες ασφαλείας και ακολουθεί η διαρκής εγκληματική δράση των ομάδων κρούσης το καυτό διάστημα της διπλής παρουσίας, κοινοβουλευτικής και βίαιης στο δρόμο (2012-2013). Επιθέσεις σε λαϊκές, βία έξω από τα τοπικά γραφεία, βουλευτές επικεφαλής ομάδων κρούσης. Και βέβαια ο εμβληματικός ρόλος της τοπικής οργάνωσης της Νίκαιας. Αλλά και οι δικαστικές αποφάσεις για την Ιεράπετρα και το Συνεργείο. Η υπόθεση Λουκμάν. Ακολουθεί Ο «Ελληνικός Σεπτέμβριος». ΠΑΜΕ, Μελιγαλάς και Φύσσας. Η κλιμάκωση της τρομοκρατίας. Η εκτόξευση. «Τον Σεπτέμβριο του 2013 παρατηρούμε μια κλιμάκωση – ο κύκλος των θυμάτων ανεβαίνει επίπεδο: από τους μετανάστες, που ήταν οι στόχοι την πρώτη περίοδο μαζί και κάποια αναρχικά στέκια, πλέον οι επιθέσεις γίνονται σε μεγάλους ιδεολογικούς και πολιτικούς αντίπαλους (ΚΚΕ) και σε ντόπιους αντιφασίστες, ενώ αμφισβητείται ακόμα και η ηγεμονία στο εσωτερικό της δεξιάς παράταξης στο μνημόσυνο του Μελιγαλά. Δεν είναι τυχαίο αυτό που λέει ο Καζαντζόγλου: είναι βδομάδα Προέδρων, γαμάμε Προέδρους για τον Πουλικόγιαννη και τον Χάμο. Γι’ αυτό το λόγο και ένα παλιό στέλεχος της ακροδεξιάς και φίλος του Μιχαλολιάκου, ο Θανάσης Καρακατσάνης, χρησιμοποιεί σε μήνυμά του στον Μιχαλολιάκο στις 17.9 τη φράση Ελληνικός Σεπτέμβριος δίνοντας και μια συγκροτημένη ονομασία στην κλιμάκωση της βίας του Σεπτεμβρίου του 2013».
Ακολουθεί η αξονική τομογραφία της δολοφονίας του Παύλου Φύσσα. Στέκομαι σε ένα σημείο. Στο ρόλο των δυο νέων γυναικών, δυο κοριτσιών, της Δήμητρας Ζώρζου και της Παρασκευής Καραγιαννίδου. Προσήλθαν οικειοθελώς ως μάρτυρες. Φώτισαν την υπόθεση. Έδειξαν τι σημαίνει να είσαι μέλισσα σε έναν κόσμο λύκων. Αν επιτρέπεται και μια προσωπική αναφορά, τα δυο κορίτσια και η μνεία τους από τον Καμπαγιάννη μού έδωσαν την ευκαιρία να κάνω ένα σπάνιο μάθημα στους μαθητές μου χρησιμοποιώντας το κείμενό του. Και να αναδειχτεί και αυτή η πλευρά του κειμένου. Η παιδαγωγική.
Στο τελευταίο κεφάλαιο, το Η, η απόδοση ποινικής ευθύνης στην ηγεσία της οργάνωσης. Αναφέρεται αναλυτικά στους εντολείς του, τους Αιγύπτιους αλιεργάτες. Κρατώ το κλείσιμο: «οι δράστες της δολοφονικής επίθεσης στον Αμπουζίντ Εμπάρακ απέτυχαν στο στόχο τους. Πριν την έκδοση της απόφασής σας. Χάσανε. Χάσατε, θα λέγαμε απευθυνόμενοι στους κατηγορούμενους. Ηττηθήκατε. Το ψαράδικο του Άχμεντ είναι ανοιχτό, ενώ αντίθετα τα γραφεία της Χρυσής Αυγής στο Πέραμα έκλεισαν. Μια εργατική πόλη, μια φτωχή πόλη σαν το Πέραμα έδειξε ότι η συνύπαρξη των ανθρώπων μπορεί τελικά να νικήσει. Αυτή τη μάχη που ήδη δόθηκε και κερδήθηκε στην κοινωνία καλείται να επισφραγίσει το δικαστήριό σας.»
Το κείμενο υπηρετεί αλλά και υπερβαίνει τη συγκυρία. Είναι η αγόρευση που αποδομεί κάθε υπερασπιστικό ισχυρισμό και απογυμνώνει την εισαγγελική πρόταση. Οι αρχές, η ιδεολογία, ο ρόλος της βίας, η αρχή του αρχηγού, το modus operandi, η λογική και δομή μαφίας με τον capo di capi, η στρατιωτικού τύπου πυραμιδοειδής δομή, ο οπλισμός, οι επιχειρήσεις, οι υπόγειες διαδρομές με την αστυνομία. Το κείμενο στη συγκυρία, το κείμενο αγόρευση, ο λόγος που θέλει να γίνει πράξη, να φέρει την καταδίκη. Τα τελευταία λόγια: «Μ’ αυτές τις σκέψεις, ζητούμε την καταδίκη της ναζιστικής εγκληματικής οργάνωσης Χρυσή Αυγή και των κατηγορουμένων κατά τα αποδιδόμενα σ’ αυτούς στο παραπεμπτικό βούλευμα.»
Είναι όμως και ο λόγος που ταυτόχρονα υπερβαίνει το χρόνο και το χώρο. Εκφωνείται στην αίθουσα του εφετείου, αλλά βγαίνει από αυτή και συνομιλεί με την Ιστορία. Όπως και οι άλλες αγορεύσεις των συνηγόρων πολιτικής αγωγής. Ήταν όλοι και όλες υπέροχοι.
Αυτή την διάσταση αναδεικνύει η έκδοση. Όσοι είχαν την ευκαιρία να παρακολουθήσουν μεγαλύτερα ή μικρότερα μέρη αυτής της διαδικασίας θα καταλάβουν καλύτερα τι εννοώ. Μέσα στην αίθουσα δε δικάζονται μόνο αυτοί οι κατηγορούμενοι, δε ζητάνε δικαίωση μόνο αυτά τα θύματα. Στέκονται και δικάζονται και πολλοί άλλοι. Ο λόγος του Καμπαγιάννη είναι λόγος μνήμων της Ιστορίας. Με γνώση αλλά και βίωμα. Και κυρίως είναι λόγος βαθιά πολιτικός. Μιλά με διεισδυτικότητα και οξυδέρκεια για το φασιστικό φαινόμενο. Είναι ο μαχόμενος δικηγόρος και ο δημοκράτης αντιφασίστας πολίτης που μιλά.
Το κείμενο είναι ένα σπουδαίο κείμενο. Με ρητορική δεινότητα, με επιλογή των λέξεων με μαστοριά, με λυγμική επίκληση στο συναίσθημα, με μεταφορές που σαγηνεύουν. Η ήρεμη δύναμη του λόγου απέναντι στην ωμή βία. Ένας ύμνος στον λόγο. Όχι μόνο στον δικανικό, στον λόγο γενικά: «Δεν έχουμε άλλα όπλα. Ούτε με κρατικές υπηρεσίες μιλάμε ούτε με ιδιώτες που έχουν βαλιτσάκια για να κάνουν τις μπίζνες τους. Δεν μπορούμε να παρέμβουμε σε αυτό το επίπεδο. Απέναντι σε μαφιόζικους εκβιασμούς, εμείς έχουμε τα μολύβια μας, τα σημειωματάριά μας, το λόγο μας. Με αυτόν θα σας απευθυνθούμε γιατί αυτό είναι το μόνο που μπορούμε και ξέρουμε να κάνουμε».
Ένα βιβλίο που πρέπει να διαβαστεί και να κυκλοφορήσει ευρύτερα. Η έως τώρα θετική ανταπόκριση του κόσμου είναι πολύ θετικό δείγμα.
Ήταν μια μακρά αποδεικτική διαδικασία η οποία όμως ήταν απαραίτητη προκειμένου το δικαστήριο να αποκτήσει πλήρη εικόνα του αποδεικτικού υλικού και να συνεκδικάσει τρία σημαντικά κακουργήματα και το αδίκημα της εγκληματικής οργάνωσης. Η διαδικασία ήταν μακρά τόσο για αντικειμενικούς όσο και για υποκειμενικούς λόγους.
Αντικειμενικά, ο όγκος του αποδεικτικού υλικού ήταν μεγάλος: 131 μάρτυρες που τελικά εξέτασε το δικαστήριό σας, επιπλέον 16 μάρτυρες της πολιτικής αγωγής, 69 μάρτυρες υπεράσπισης, 438 αναγνωστέα έγγραφα του κατηγορητηρίου, πολλά συνοδευόμενα από ψηφιακούς και σκληρούς δίσκους με χιλιάδες βίντεο, φωτογραφίες και ηχητικά. Η εγκληματική δράση της δικαζόμενης οργάνωσης ήταν πολύχρονη ενώ αντίθετα οι πόροι που διέθετε το δικαστήριο ήταν εξαιρετικά περιορισμένοι, παρόλες τις προσπάθειες που κάναμε ως πολιτική αγωγή να τους διευρύνουμε. Ένας γραμματέας για όλα, όταν σε αντίστοιχες δίκες στο εξωτερικό υπαρχει μια ολόκληρη ομάδα ανθρώπων που διατίθεται στο δικαστηριο για να βάλει σε τάξη το αποδεικτικό υλικό κ όμως ο κ γραμματέας τα κατάφερε μια χαρά. Η αποκλειστική απασχόληση του δικαστηρίου κατέστη εφικτή μόλις τον Νοέμβριο του 2018. Το ζήτημα της αίθουσας μας ακολούθησε μέχρι σχεδόν το τέλος. Θυμόμαστε τον Ιούνιο του 2016 να μας ανακοινώνετε με απογοήτευση 5 δικασίμους «για μια τόσο σημαντική δίκη», όπως είχατε πει. Αν δεχόμασταν αυτούς τους ρυθμούς, η δίκη δεν θα τελείωνε ούτε το 2025. Χρειάστηκαν επανειλημμένες παρεμβασεις (πάντοτε δημοσιοποιημένες) τόσο της π.α. οσο και οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών για να αλλάξουν αυτοί οι ρυθμοί.
Όλα αυτα απούσας της υπεράσπισης, η οποία αντί να διαμαρτύρεται για τις λίγες δικασίμους, διαμαρτυρόταν κα πρόεδρε όταν ανακοινώνατε πολλές. Και αυτό ήμασταν όλοι παρόντες όταν συνέβαινε. Υπήρχαν όμως και υποκειμενικοί λόγοι που δημιούργησαν την καθυστέρηση. Η αποδεικτική διαδικασία σημαδεύτηκε από την οργανωμένη επιχείρηση κωλυσιεργίας της υπεράσπισης σε πολλές φάσεις της δίκης: κορυφαία στιγμή ήταν τα αναγνωστέα, αλλά δεν ήταν η μονη. Το ίδιο συνέβη και στη φάση της αποχής των δικηγόρων (όταν το πλαίσιο δικαιολογούσε τη λήψη άδειας αλλά το αρνήθηκε η υπεράσπιση) και στη φάση των μαρτύρων υπεράσπισης, τους οποίους οι συνήγοροι έφερναν με το σταγονόμετρο με αποτέλεσμα διακοπές της δίκης, καταβάλλοντας προσπάθεια να συρθεί χρονικά η υπόθεση όσο γίνεται πιο μακριά από το χρόνο τέλεσης των εγκληματικών πράξεων. Σίγουρα όμως η φάση των εγγράφων της υπεράσπισης ήταν κορυφαία στιγμή σε αυτή τη στρατηγική: αφενός γραφικοποίησης της δίκης αφετέρου παρέλκυσής της, δε χρησιμοποιώ τυχαία αυτόν τον χαρακτηρισμό, δημιουργώντας το δίλημμα στο δικαστήριο του αν θα απαντήσει με τα όπλα που δίνει το άρθρο 364 έτσι όπως έχει τροποποιηθεί ή αν θα δεχθεί το αίτημα της ανάγνωσης, μη στερώντας έτσι τους κατηγορούμενους από το οποιοδήποτε υπερασπιστικό τους δικαίωμα.
Όσο και να είπαμε την άποψή μας και να κάναμε τα αιτήματά μας, ποτέ κυρία Πρόεδρε δεν ήμασταν ξένοι απέναντι στα διλήμματα της έδρας, αυτό θα πρέπει να το γνωρίζετε. Πολύχρονη η εγκληματική δράση, πολύχρονη και η ασυλία που απολάμβανε η δικαζόμενη οργάνωση. Η θεωρία του μεμονωμένου περιστατικού ήταν αυτή που ακολουθούσε τη στάση της έννομης τάξης επί δεκαετίες. Μάλιστα ακούσαμε για τον «κανόνα του μεμονωμένου περιστατικού». Πώς άραγε, αναρωτιέται κανείς, συγκροτεί κανόνα ένα περιστατικό αφού είναι μεμονωμένο; Η απάντηση είναι απλή: είχε τόσες φορές επαναληφθεί ότι το περιστατικό αξιόποινης δράσης μελους της ΧΑ είναι μεμονωμένο, που η μονότονη επανάληψη αυτής της φράσης συγκρότησε κανόνα. Αυτή η πολύχρονη αδράνεια είχε οδηγήσει μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας να θεωρεί ότι υπάρχει υπόγεια σύνδεση της οργάνωσης με κομμάτια του κρατικού μηχανισμού. Σας το είπαν ανοιχτά οι μάρτυρες του στεκιού Αντίπνοια που μαχαιρώθηκαν από μέλη της Χρυσής Αυγής, μίλησαν για παρακράτος. Θα ήταν μικρό το κακό αν το μόνο στοιχείο που ειχαμε ήταν οι συγκεκριμένοι μάρτυρες που δεν έκρυψαν την ιδεολογία τους μιας και ως αναρχικοί μαχαιρώθηκαν, από όπου πηγάζει η συγκεκριμένη κρίση. Όμως πέραν αυτής της κρίσης, έχουμε γεγονότα: πάνω απ’ όλα τον τρόπο με τον οποίο οι διωκτικές αρχές αντιμετώπισαν εγκληματικές πράξεις. Αλλά πιο σημαντικό από όλα έχουμε την απεύθυνση του Ρουπακιά στους αστυνομικούς που τον συλλαμβάνουν και τον προσάγουν: «Είμαι δικός σας, είμαι της Χρυσής Αυγης».
Έχουμε δηλαδή κάποιον που συλλαμβάνεται και που απευθύνεται στους αστυνομικούς και τους ζητάει να τον καλύψουν δηλώνοντας την πολιτική του ιδιότητα. Μια πρωτοφανής κατάσταση για δικαστηριο που δικάζει με το 187. Σε αυτό το παρελθόν επιχειρεί να μας γυρίσει η εισαγγελική πρόταση. Αφενός στη θεωρία του μεμονωμένου περιστατικού: η φράση ήταν: «μεμονωμένα περιστατικά που τελέστηκαν από μέλη της ΧΑ για τα οποία ουδεμία ευθύνη φέρει η ηγεσία της». Αφετέρου στην κατάσταση της θεσμικής ασυλίας. Μόνο που τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά.
Δεν θα επιστρεψουμε ποτέ πίσω στην κατάσταση που το κράτος ήταν κυρίαρχο αλλά κώφευε ή αδρανούσε και η ναζιστική συμμορία ήταν η «υπαλληλη» δύναμη. Όπως λέει ο Ηράκλειτος «δεν μπορείς να μπεις στο ίδιο ποτάμι δύο φορές». Κι αυτό γιατί έχει μεσολαβήσει αυτή εδώ η δίκη. Μια δίκη που δεν έχει ανάλογό της στο παρελθόν, όταν τα δικαστηρια διερευνούσαν αποκλειστικά την εγκληματική πράξη χωρίς να εξεταζουν το συνολικό πλαίσιο τέλεσής της. Μετά από αυτή τη διαδικασία, δεν υπάρχει γυρισμός. Θα είναι τέτοια η νομιμοποίηση που θα αντλήσει η ναζιστική εγκληματική οργάνωση αν η δικαιοσύνη λειτουργήσει ως κολυμβήθρα του Σιλωάμ για την εγκληματική της δράση, που η ναζιστική οργάνωση θα γίνει εξουσία και το κράτος θα γίνει ο υπάλληλος. Αυτή είναι μια προοπτική που φέρνει τρόμο στα θύματα, σε όσους κατέθεσαν ενώπιο σας αλλά και σε κάθε δημοκράτη πολίτη, εκτός από όσους έχουν ήδη καταστήσει τον εαυτό τους έμμισθο ή άμισθο υπάλληλο της Χρυσής Αυγής.
Πηγή: αντίφωνο – το blog του Κωστή Παπαϊωάννου περί ανέμων και δικαιωμάτων